Sunday, February 08, 2009

Το πρωτα σφυριγματα του ανεμου

Απομεσημερο του αυγουστου 2004 , καθησμενος στα λιοστασια του νοτου,
τα κλωναρια της ελιας χα ιδευουν το προσωπο μου.

Ο Αρης, ο ασπρος μου σκυλος , αφου του εκανα μπανιο, τινιαζοταν και ετρεχε,
αναγυρα στο λιοστασι.

Λιγο πιο κατω ο δρομος Πυργου - Τριπολεως βουη απο τα αυτοκινητα,
συνεχομενη και βιαστηκη.

Πιο περα τροχαιο με νεκρους και τραυματειες.
Ενα ελικοπτερο πετα γυρο μας.

Ομορφο μερος, δυτηκα βρησκετε το Ιονιο πελαγος, ανατολικα, τα βουνα της
Ολυμπιας, και της Αρκαδιας.

Στο ενα περιπου χιλιομετρο , βρησκετε η πολις του Πυργου. Αρχοντισσα αλλα και
φτωχομαννα.
Βορρια το σταχτοπρασινο δασος της ελιας, της θυγατερας του Ηλιου.



Καθισμενος σε μια παλια, σιδερενια καρεκλα, αφησα τον νου μου, και την
σκεψι μου, να τραβηξουν το αρμα της ζωης μου.

Το πρωτο σφυριγμα του ανεμου το ενοιωσα πανω στα βουνα της Αρκαδιας.
Γεννηθηκα στο ψηλοτερο χωριο της Αρκαδιας, της Πελλοπονησου,
σε χρονια δισεκτα, και δυστηχα .
Το χιλια ενιακοσια σαραντα δυο, μπαινοντας στο νοημα της ζωης, γνωρισα
ανθρωπους που η ζωη τους αρχιζε το 1860.
Τραβουσαν στα αυλακωμενα, απο τις ρυτηδες προσωπα τους, την ιστορια τους,
και τα ροζιασμενα χερια τους εργαλεια που παλευαν με την μαννα γη.

Η ματια τους γινοταν περιφανη, οταν μιλουσαν για πατριδα και ιστορια.
Μας ελεγαν για πολεμους , στην μικρα Ασια,για την μεγαλη ιδεα.
Κορμια φτιαγμενα απο σιδερο, ιδεες ελευτερες, μας μιλουσαν για προδοσια.

Μετα ηρθε ο δευτερος μαγκοσμιος πολεμος, εγραψαν τοτε το επος του 1940,
κατοχη, η μποτα το κακτητη παταγε τ α ιδανικα και τα ιερα χωματα των
ελληνων.
Οι δε ελληνες μαυραγοριτες, σαν βδελες κολημενες , απανω στα σακατεμενα κορμια
τους, ρουφουσαν το λιγοστο αιμα τους.

Αντισταση το μεγαλειο των Ελληνων, στα βουνα στην θαλασσα, στους καμπους,
οι αετοι της λευτεριας, εγραψαν την συνεχεια της Ελληνικης ιστοριας.

Το μεγα λαθος ο εμφυλιος, ας το κρινουν οι ιστορικοι του μελλοντος.

Τωρα ολοι μαζι ας πιαστουμε χερι χερι για τουτο εδω τον τοπο τον δικο μας
τοπο , για την γη των Ελληνων.

Για τουτον τον τοπο, που γεννησε, γιγαντες, ιδεες, ιστορια, αξιες, Δημοκρατια.
Βρησκομασθε στην πρωτη πενταετια της καινουργιας χιλιετιας, του δυο χιλιαδες.

Τα παντα τρεχουν με ταχυτητα, ολα παραξενα και απατηλα, στην ουσια η ζωη μας
εχει χασει την αξια της, πουλιετε στα μεγαλα παζαρια του κοσμου,
σε πληστηριασμο μεσο κομπλιουτερς.
Τοτε φερνω την σκεψιου πολλα πολλα χρονια πισω. το 1953.
Ο ηλιος αρχοντας της μερας, εσκαγιε τις πρωτες του ακτινες γελαστες, που
εκαναν τα βραχια ελαφροκοκινα.

Οσο ο ηλιος ανεβαινε τοσο οι ποιο τολμηρες ακτινες στις ποιο αποσκιες, γωνιες
των βουνων, και τις εκαναν φωτεινες.

Ξυπνησα, χωρις νερο στα ματια βγηκα στους βραχους για φωλιες,




Σκαρουδι, τοτε της ζωης, στης καλαμιας την διψα,περπατω ξυπολητο
εφτασα μποστα στο βραχο που ειχαν φτιαξη φωλιες τα πουλια.
ψηλα στο βραχο οι φωλιες των πουλιων, και μεσα τιτιβιζαν μικρα.

Καλοκαιρι του χιλια εννιακοσια πενηντα τρια.
Ο ηλιος καυτερος , ο τζιτζικας ελεγε το τραγουδι του μονοτονα.
θερος τα αλογα,και τα μουλαρια, κατα φαλαγγα πηγαινοερχονταν, αλλα ανηφοριζοντας, και αλλα κατηφοριζωντας, στις πλαγιες κουβαλουσαν τα δεματια
του θερισμου απο τα χωραφια στα αλωνια, φτιαχνοντας τις θεμωνιες.

Τα σπουργητια χωμενα μεσα στα δεματια, ετρωγαν τους σπορους του σιταριου,
χωρις να φοβουνται ,γιαυτο που εκαναν φωναζοντας δυνατα.

Ο πολεμος της επιβιωσης σληρος αλλα ωραιος.
Για πρωτη φορα τουτες τις θεμονιες θα τις αλωνιζαν με αλωνιστηκη μηχανη.

Το σηραχο στα αλωνια φορτωμενο θεμωνιες.
Οι γυναικες μετα χεροκτια στα χερια, και τις μαντηλες στο κεφαλι, κουβαλουσαν
νερο με τις βαρελες, φρεσκο ψωμι ψημενο στο φουρνο, με πουναρια,και
κοκκορα με χιλοπιτες, για αυτους που αλωνιζαν με τα αλογα.

Ο ηλιος ξεπροβαλε στην πετεριτσα, /κορυφογραμη/.
Θορυβος βαρυς ακουστηκε στις στροφες της παρπανιτσας, ερχοταν για πρωτη
φορα αλωνιστηκη μηχανη στο χωριο.

Ενα τσουρμο παιδια τρεξαμε, να δουμε πως θα αλωνιζε τα δεματια η μηχανη.
Ηταν ενα μεγαλο σιδερενιο θεριο, με τεσσερους τροχους, πολλα λουρια,
και τροχαλιες.

Ενα μεγαλο λουρι επιανε σε ενα τροχο στην μηχανη, και περνουσε σε ενα
τροχο στο τρακτερ, που γυρνουσε με πολλες στροφες,και εβαζε την μηχανη
σε κινηση.
Κοσκινα, τροχοι, φουγαρα, λουρια, γυριζαν ουρλιαζοντας απο βουη.
Στο πισω μερος της μηχανης ενας μεγαλος παγκος, επανω στο παγκο ενας
εργατης, και επανω στην μηχανη αλλος εργατης, για να τροφοδοτουν την
μηχανη με δεματια.

Μια μεγαλη καταπαχτη καταπινε τα δεματια στο πανω μερος , τα αρπαζαν
σιδερενια δοντια τα εξεναν , και πηγαιναν στο διαχωρισμο του καρπου,
απο το αχυρο.

Τουτο το μηχανημα αλωνισε δυο μερες, και ειχε αλωνιση απανω απο πενηντα
θεμωνιες.
Την τριτη μερα ολα ξεκινησαν καλα, μηχανη εργατες , αφεντηκα.
Το αχυρο γινονταν σορος , καρπος στα τσουβαλια και στην πλαστηγκα.
Ηταν απομεσημερο αρχες αυγουστου, ο ηλιος εγερνε προς τα βραχια της
κουκουβαγιας, το παληκαρι που ηταν ανεβασμενο, επανω στην μηχανη, και εσπρωχνε
τα δεματια στην καταπαχτη, γληστρησε και το ποδι του το αρπαξαν τα σιδερενια
δοντια της μηχανης, και το εξαναν λιγο ποιο πανω απο το γονατο.

Ο Λαμπης τοτε εικασιαχρονος, ξαπλωμενος στο αναχωμα του δρομου,
φωναζε τον φιλο του τον Γιωργη, αν εισαι φιλος παρε το τσεκουρι και σκοτωσεμε.

Φωναξαν τον ταξιντζη να παη το παληκαρι στην πολιτεια, δεν το πηγε γιατι δεν
ηξερε ποιος θα τον πληρωσει.
Ο Λαμπης πεθανε, το αλωνιστηκο συγκροτημα εφυγε.
τα αλογα και οι αλωνισταδες συνεχισαν τον παρχαιο τροπο, διαχωρισμου
του σιταριου απο την καλαμια.

Τοτε τα πρωτοβροχια ηρθαν νωρις, σπαρτος και τρυγος μαζι.
Η καμπανα για το σχολειο κτυπησε, μια πλακα και ενα κονδυλι,
μια πανινη σακκα ,για την καινουργια χρονια.


Ενιππεας τελευταιος των ζωεμπορων

No comments: